Η ΧΑΜΕΝΟΣΚΟΥΦΙΤΣΑ
Μια φορά κι έναν καιρό σε ένα όμορφο σπίτι κοντά στο δάσος ζούσε η Χαμενοσκουφίτσα. Την φώναζαν έτσι γιατί σε όποιο παιχνίδι έπαιζε έχανε. Ζούσε μαζί με τη μητέρα της. Μια μέρα έμαθε πως η γιαγιά της ήταν άρρωστη και η μαμά της της είπε: "Χαμενοσκουφίτσα, πήγαινε αυτό το καλαθάκι στη γιαγιά γιατί είναι πολύ άρρωστη. Και να περάσεις και από το δάσος για να της μαζέψεις μερικά όμορφα λουλούδια"¨Εντάξει μαμά" Η Χαμενοσκουφίτσα όμως δεν άκουσε και πέρασε από το ποταμάκι και συνάντησε την κουτσή (και καλά) αλεπού.
"Γεια σου Χαμενοσκουφίτσα"
"Γειά σου αλεπού. Μα γιατί κουτσαίνεις;"
"Να χτύπησα στο πόδι μου πολύ άσχημα. Πού πας με το καλαθάκι;"
"Πάω στη γιαγιά μου γιατί είναι άρρωστη και η μαμά μου της ετοίμασε μερικά κουλουράκια"
"Περαστικά της"
"Ευχαριστώ. Άντε γειά. Πρέπει να φύγω τώρα."
Η αλεπού της είπε με πονηρό βλέμμα.
"Θες να παίξουμε κρυφτό;"
"Όχι ευχαριστώ. Δε θέλω να χάσω για χιλιοστή φορά. Αλλά δεν πειράζει θα σου κάνω το χατήρι, γιατί έχεις και χτυπημένο πόδι"
"Ωραία, ας αρχίσουμε. Άσε το καλάθι εδώ δίπλα μου να το πάρω μαζί μου και εσύ φύλα"
όταν η Χαμενοσκουφίτσα φύλαγε η αλεπού πήρε το καλάθι και έφυγε τρέχοντας σπίτι της και τα έφαγε τα κουλουράκια. Άδικα η Χαμενοσκουφίτσα φώναζε: "Αλεπού πού είσαι;;;;; Βγες γιατί πρέπει να φύγω! Δώσε μου το καλάθι σε παρακαλώ γιατί πρεέπι να φύγω"
Ξαφνικά ένα πουλάκι εμφανίστηκε μπροστά της και της είπε όλα όσα είχαν συμβεί. Η Χαμενοσκουφίτσα, πήγε κλαίγοντας στο σπίτι της γιαγιάς της και της είπε:
"Γιαγιά συγνώμη που δε σου έφερα τα κουλουράκια, αλλά μου τα έκλεψε μια αλεπού που κούτσαινε!"
"Πώς σου τα πήρε;"
"Να, παίζαμε κρυφτό και της έδωσα να κρατάει τα κουλουράκια και μου είπε πως θα τα προσέχει και...."
Η γιαγιά της της είπε χαμογελαστά: " Εγώ νόμιζα πως ήσουν έξυπνη, αλλά τελικά δεν είσαι. Τα ζώα καλή μου πρώτον δε μιλούν και δεύτερο αν πρόσεχες τα πόδια της θα καταλκάβαινες πως ήταν ανθρώπινα."
" Δηλαδή ποιός ήταν ντυμένος έτσι;"
Και η γιαγιά της της είπε με ένα ύφος: "ΕΓΩ!"
Συγγραφέας του παραμυθιού Ιωάννα Σπ.
ΕΞΩΓΗΙΝΟΙ ....ΚΑΤΙ ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΗ ΠΛΑΣΜΑΤΑ
Χιλιόμετρα μακριά από τον πλανήτη μας υπάρχει ένας πλανήτης ονόματι Άρης. Στον Άρη δεν υπάρχουν ζώα αλλά υπάρχουν εξωγήινοι. Αυτό το είδος εξωγήινων είναι υπό εξαφάνιση και ονομάζονται Γκιουχάλα. Οι Γκιουχάλα φημίζονται για τα κεφάλια τους τα οποία πετάγονται σαν πύραυλοι σε άλλους πλανήτες. Ένα πρωινό καθώς ο Γκούλα πήγαινε σχολείο με την αδερφή του τη Μαχάλα, πετάχτηκαν τα κεφάλια τους , στη Γη και πιό συγκεριμένα στην Ελλάδα. Όταν τα βρήκε ένας Έλληνας επιστήμονα ς στη Νίκαια του φάνηκαν περίεργα, επειδή σύμφωνα με τις έρευνες δεν επρόκειτο ποτέ να γινόταν αυτό. Μετά από 10 ημέρες οι εξωγήινοι Γκιούλα και Μαχάλα με το GPS τους βρήκαν που είναι τα κεφάλια τους στο πανεπιστήμιο κρατημένα σε κάτι γυάλινα μπουκάλια. Όταν οι επιστήμονες είδαν ξαφνικά μπροστά τους τα παιδιά έμειναν έκπληκτοι κι έτσι άρχισε η κουβέντα:"Είστε εξωγηινοι ;" τους ρώτησε ο πρύτανης
Τα παιδιά δεν ήξεραν ελληνικά εκτός από τη Μαχάλα.
"Ναι, είμαστε εξωγήινοι και ζητάμε τα κεφάλια μας πίσω και ένα i - phone 5 .
Οι άνθρωποι δεν ήξεραν τι να κάνουν γιατί πρώτη φορά στη ζωή τους έβλεπαν τέρατα και μάλιστα τέρατα που ήξεραν και από τεχνολογία. Ο πρύτανης και οι καθηγητές φοβήθηκαν έτσι πήραν πίσω τα κεφάλια τους τα παιδιά . Πριν φύγουν όμως ήθελαν να πάνε μια βόλτα στα ιστορικά μνημεία της Ελλάδας, έτσι πήγαν στην Ακρόπολη, στο Σούνιο και στο ναό του Πειραιά....το "Καραϊσκάκη" έτσι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς ενθουσιασμένοι!.
Συγγραφέας του παραμυθιού Νεκταρία Μπ.
Η ΛΙΜΝΗ ΤΩΝ ΝΟΥΦΑΡΩΝ
Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα όμορφο παλάτι ζούσε μια πολύ ευγενική οικογένεια. Η κόρη τους θα γινόταν πριγκίπισσα σε μόλις έντεκαι ημέρες, όταν δηλαδή θα γινόταν 21 ετών.Εκείνη την ημέρα βγήκε να κάνει περίπατο στη λίμνη των νούφαρων , μπροστά από το παλάτι. Τότε μια κακιά μάγισσαεμφανίστηκε και της είπε πως θα την μεταμορφώσει σε νούφαρο με δέκα φύλλα και κάθε μεσάνυχτα μέχρι της έξι το πρωί θα γίνεται κοπέλα, όμως τις υπόλοιπες ώρες θα είναι νούφαρο και κάθε μέρα θα χάνει από ένα πέταλο, μέχρι να πέσουν όλα και η πριγκίπισσα να χαθεί για πάντα. Τότε εκείνη έτρεξε μέσα στο δάσος μα μάταια , η κακιά μάγισσα τη μεταμόρφωσε σε νούφαρο. Τα μεσάνυχτα έγινε κοπέλα και πήγε με τα ζωάκια μέσα στο δάσος. Εκεί τα κουνελάκια την οδήγησαν σε μια βιβλιοθήκη και της έδειξαν ένα συγκεκριμένο βιβλίο. Αφού το ξεφύλλισε έμαθε πως να λύσει τα μάγια . Έπρεπε να αρραβωνιαστεί με έναν ωραίο πρίγκηπα. Μετά πό 5 ημέρες πέρασε ένας όμορφος πρίγκηπας από τη λιμνούλα και η κοπέλα τον ερωτεύτηκε. Την άλλη μέρα τα μεσάνυχτα έψαξε να βρει το παλάτι του πρίγκηπα και για καλή της τύχη τα ζωάκια ήξεραν που έμενε. Εκείνος είχε κατεβεί στην αυλή του και είδε την κοπέλα και την αγάπησε. Τότε έκατσαν και συζήτησαν, η κοπέλα του είπε τι είχε γίνει και αυτός στενοχωρήθηκε πολύ. Πριν το καταλάβουν όμως ο ήλιος ανέτειλε και η κοπέλα έπεσε στην αγκαλιά του σαν νούφαρο. Αυτός της υποσχέθηκε πως θα πήγαινε να την δει ξανά τα μεσάνυχτα. έτσι την πήγε και την άφησε στη λίμνη. Το βράδυ όμως εκείνος δεν πήγε. Η κοπέλα πια έκλαιγε μέχρι που οι μέρες περνούσαν και ο πρίγκηπας ήταν άφαντος. Μόλις πια το νούφαρο είχε μόνο ένα πέταλο κατάλαβε ότι δεν θα ερχότανε, όμως το τελευταίο βράδυ που θα γινότανε κοπέλα , ο πρίγκηπας εμφανίστηκε. Εκείνη παρότι ήταν θυμωμένη μαζί του τον δέχτηκε και τα ζωάκια τους αρραβώνιασαν κι έτσι τα μάγια λύθηκαν. Την επομένη μέρα η κοπέλα ήταν πια πριγκίπισσα και ζούσε σε ένα δικό της παλάτι με τον πρίγκιπά της . Μετά από λίγους μήνες παντρεύτηκαν κι έκαναν μια κόρη που την ονόμασαν Χρυσάνθεμο γιατί τα μάτια της έλαμπαν σαν την πριγκίπισσα όταν ήταν νούφαρο.
Συγγραφέας του παραμυθιού Κατερίνα Ηλ.